Συναδέλφισσες, συνάδελφοι
Η
αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και
του εκπαιδευτικού ήταν και παραμένει
κομβικό σημείο για τη συνέχιση της ύπαρξης του Δωρεάν Δημόσιου σχολείου
αλλά και της ύπαρξης στοιχειωδών εργασιακών δικαιωμάτων και παιδαγωγικής
ελευθερίας για τους εκπαιδευτικούς. Από την εφαρμογή της ή όχι, θα κριθεί αν θα
μιλάμε τα επόμενα χρόνια για ένα σχολείο για όλους ή για σχολεία πολλών
ταχυτήτων, σκληρά ταξικά προσδιορισμένα για παροχή απλών δεξιοτήτων στην
πλειοψηφία του μαθητικού πληθυσμού
υποταγμένα, κάθε φορά στις επιταγές και τις ανάγκες της αγοράς.
Η
κατηγοριοποίηση που επιχειρείται να επιβληθεί θα οδηγήσει, όπως και η διεθνής
εμπειρία από την εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων μοντέλων έχει δείξει, σε σχολεία
πολλών ταχυτήτων, με χρηματοδότηση
ανάλογη των επιδόσεων των μαθητών
και κατάταξη της σχολικής μονάδας
στο συγκριτικό πίνακα. Το μοντέλο απαιτεί στη συνέχεια την ελεύθερη επιλογή από
τους γονείς του σχολείου που επιθυμούν
να φοιτήσουν τα παιδιά τους και την
αλλαγή του τρόπου χρηματοδότησης της σχολικής μονάδας με την παροχή του voucher (κουπονιού) στους γονείς που θα χρηματοδοτεί πλέον το
σχολείο. Οι γονείς πλέον θα είναι οι
πελάτες που το σχολείο θα προσπαθεί να προσελκύσει. Τα πρώτα αποτελέσματα που
θα φανούν θα είναι η συρρίκνωση πολλών σχολικών μονάδων, ιδίως των μικρών
σχολείων στην περιφέρεια, και το οριστικό κλείσιμο στη συνέχεια και από την
άλλη η δημιουργία καλά χρηματοδοτούμενων σχολείων, φυσικά και από τους γονείς,
με δυνατότητες περαιτέρω εξέλιξης και σχολείων που δεν θα έχουν άλλες
δυνατότητες από το να παρέχουν απλά και
μόνο τις δεξιότητες που η αγορά εργασίας και οι επιχειρήσεις θα απαιτούν.
Φυσικά σ’ αυτό τον ανταγωνισμό θα συμμετέχουν και τα ιδιωτικά σχολεία δίνοντας
την δυνατότητα χρήσης του κουπονιού και σε αυτά, με το ανάλογο γενναίο συμπλήρωμα
του σχετικού κόστους από τους γονείς. Δείγματα αυτής της πολιτικής είχαμε
πρόσφατα όταν ο πρώην υπουργός Παιδείας εγκαινίαζε ιδιωτικά ΙΕΚ που παρείχαν
τις ίδιες ειδικότητες που την προηγούμενη ημέρα είχε φροντίσει να καταργήσει
από τα Δημόσια ΕΠΑΛ-ΕΠΑΣ.
Θύματα
αυτών των εκπαιδευτικών πολιτικών είναι και θα είναι ακόμα πιο έντονα στο μέλλον τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων με χαμηλό κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο. Σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και αυτό το
στόχο υπηρετούν και τα πρότυπα σχολεία που με νόμο της Διαμαντοπούλου
θεσμοθετήθηκαν, καταργώντας και αλλάζοντας το χαρακτήρα των πειραματικών
σχολείων που μέχρι τώρα υπήρχαν. Γίνεται
πλέον φανερό πως αν επιτρέψουμε τη συνέχιση της εφαρμογής αυτών των πολιτικών
στην εκπαίδευση, θα πρόκειται για το αποκορύφωμα της ταξικότητας στο δικαίωμα της μόρφωσης.
Οι
επιπτώσεις όμως από την εφαρμογή της «αξιολόγησης» θα είναι σκληρές και για τους εκπαιδευτικούς.
Αν σκεφτεί κανείς ότι ακόμα και το
υπάρχον μισθολόγιο-βαθμολόγιο-ποινολόγιο, με τις ποσοστώσεις στη δυνατότητα
μετάβασης από τον έναν βαθμό στον άλλο κρίνεται ανεπαρκές
από τη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ στο όνομα της επίτευξης δημοσιονομικών
στόχων και ετοιμάζεται να θεσμοθετήσει
νέο μισθολόγιο που θα καθιερώνει τον ατομικό μισθό συνδεδεμένο με την απόδοση-αξιολόγηση
του κάθε υπαλλήλου. Εύκολα μπορεί κανείς να αντιληφθεί τι θα συμβεί την
επομένη της εφαρμογής της ατομικής αξιολόγησης, αλλά κι αυτής ακόμα της
σχολικής μονάδας όταν οι επιδόσεις της θα υστερούν σε σύγκριση με κάποιες
άλλες. Δεν θα περιοριστούν όμως οι συνέπειες της εφαρμογής στη μισθολογική καθήλωση και κατηγοριοποίηση. Πέρα από την εργασιακή ανασφάλεια που θα εμπεδώσει, θα οδηγήσει και σε μια τεράστια δεξαμενή εκπαιδευτικών για
διαθεσιμότητα και απολύσεις όποτε κρίνονται αναγκαίες. Η παροχή μεγάλου
μέρους της πίτας στους ιδιώτες επιχειρηματίες, οι εφαρμοζόμενες μνημονιακές
πολιτικές που οδηγούν μεγάλο μέρους του εργασιακά ενεργού πληθυσμού στη μετανάστευση, η
υπογεννητικότητα ως απόρροια αυτών των πολιτικών σε συνδυασμό με τις πολιτικές
υποχρηματοδότησης της Δημόσιας παιδείας με την αύξηση των μαθητών ανά τμήμα
και με τις συγχωνεύσεις-καταργήσεις σχολείων, πολύ σύντομα θα αναδειχθεί μεγάλος
αριθμός εκπαιδευτικού προσωπικού ως πλεονάζον. Δε θα πρέπει επίσης να μας
διαφεύγει και το νέο εργασιακό μοντέλο
που ραγδαία και βίαια εξαπλώνεται σε ολόκληρο το Δημόσιο και είναι αυτό της απόλυτης ευελιξίας μέσα από προγράμματα
μερικής απασχόλησης και πλήρους εργασιακής ανασφάλειας. Μιλάμε πλέον
για την απόλυτη εργασιακή ζούγκλα
και την προώθηση σκληρού εργασιακού
κανιβαλισμού ακόμα και μέσα σε κάθε σχολική μονάδα.
Δεν
σταματούν βέβαια οι επιπτώσεις της εφαρμογής της αξιολόγησης εδώ. Η εφαρμογή
έχει επίσης στόχο την εγκαθίδρυση κλίματος φόβου και υποταγής σ’ όλη την εκπαιδευτική ιεραρχία και φυσικά
την πλήρη πειθάρχηση και χειραγώγηση
για την αποδοχή και εφαρμογή των ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών στην εκπαίδευση.
Η παιδαγωγική ελευθερία και ο αγώνας για τη μόρφωση ως δικαίωμα του κάθε
παιδιού δεν έχουν θέση στο Νέο Σχολείο που εδώ και χρόνια οικοδομούν και με τη
βοήθεια των μνημονιακών πολιτικών, εδώ και τώρα θέλουν να επιβάλλουν.
Το νέο εφιαλτικό περιβάλλον, το
καταστραμμένο οργουελικό τοπίο του δημόσιου σχολείου της επόμενης ημέρας, δεν
έχουμε το δικαίωμα να το επιτρέψουμε να υπάρξει. Το
οφείλουμε στους μαθητές μας που το έχουν περισσότερο ανάγκη, στα παιδιά μας,
στους εαυτούς μας και στις νεότερες γενιές των εκπαιδευτικών, στην ιστορική
παρακαταθήκη των αγώνων των εκπαιδευτικών.
Για
την ΕΡΑ η εφαρμογή της αξιολόγησης
αποτελεί κομβικό σημείο και η
μάχη για την κατάργησή της είναι καθοριστικής σημασίας. Σε τόσο κρίσιμης σημασίας, για το μέλλον της ύπαρξης της δημόσιας
εκπαίδευσης, ζητήματα η μάχη πρέπει να αποκτά συγκρουσιακά χαρακτηριστικά και ο αγώνας αφού άπτεται της υπεράσπισης
υπέρτατων ιδανικών και αξιών δεν μπορεί
παρά να είναι ανένδοτος. Η ΕΡΑ, με
αυτές τις προσεγγίσεις ολόκληρη την προηγούμενη χρονιά, σταθερά υπερασπίστηκε, στο
ΔΣ της ΔΟΕ αλλά και στις Γενικές Συνελεύσεις των συλλόγων, πως η σύγκρουση με όρους μαζικού κινήματος είναι η μόνη απάντηση
που οφείλει να δώσει το συνδικαλιστικό κίνημα στις μεθοδεύσεις του υπουργείου
παιδείας και της κυβέρνησης. Με αυτή την έννοια προτείναμε να αρνηθούμε τη
συμμετοχή μας σε οποιαδήποτε διαδικασία βοηθούσε την εφαρμογή της καταστροφικής
αξιολόγησης. Η αυτοαξιολόγηση για την ΕΡΑ είναι άμεσα συνδεδεμένη με την
ατομική αξιολόγηση. Δεν αντιλαμβανόμαστε σε τόσο κρίσιμης σημασίας και διακυβεύματα
άλλο τρόπο αντίδρασης. Η ολοκληρωτική σύγκρουση, η μη πειθάρχηση στον
αυταρχισμό και η άρνηση να υπηρετήσουμε τους πραγματικούς στόχους του
υπουργείου δεν αποτελούν για εμάς ούτε εύκολος, ούτε παραδοσιακός τρόπος
λειτουργίας του συνδικάτου αλλά μονόδρομος.
Οι δικαστικές προσφυγές, οι ελιγμοί τακτικής σε
κάθε νέα επίθεση του υπουργείου αποτελούν εφόδια στο οπλοστάσιο των
συνδικαλιστικών αγώνων αλλά δεν παρέχουν καμία εγγύηση καθοριστικής νίκης.
Πολλές φορές προετοιμάζουν το έδαφος για εξοικείωση με βήματα του συνολικού
σχεδίου του υπουργείου, κι ένα από αυτά είναι η απόκτηση κουλτούρας αξιολόγησης
στους εκπαιδευτικούς, που πολύ θα ήθελε
ο ΟΟΣΑ να υπάρχει. Η εμπλοκή και η ενασχόληση με τους δείκτες αξιολόγησης
βοηθάει στο σχεδιασμό τους. Χωρίς αμφιταλαντεύσεις υποστηρίξαμε πως όποια
αξιολόγηση και αν θελήσουν να περάσουν οι κυβερνήσεις των μνημονίων θα
παραμένει πάντα, όχι ένα εργαλείο βελτίωσης της παρεχόμενης εκπαίδευσης, αλλά
εργαλείο εφαρμογής του Νέου Σχολείου στην υπηρεσία του άκρατου
νεοφιλελευθερισμού και εργαλείο για
δημοσιονομικές προσαρμογές μέσα από μισθολογική καθήλωση και απολύσεις οποτεδήποτε κρίνουν αναγκαίο,
σύμφωνα με τις επιταγές των μνημονίων
Παρ’ όλα αυτά, οι πλειοψηφικές δυνάμεις στο Δ.Σ.
της ΔΟΕ αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν το ζήτημα με τακτικούς ελιγμούς και
επανατοποθέτηση σε κάθε νέα επίθεση από πλευράς του υπουργείου, είτε γιατί δεν
ήταν έτοιμες είτε γιατί δεν ήθελαν τη σύγκρουση. Το γεγονός, ότι
μπροστά στα αδιέξοδα, που η ίδια η ομοσπονδία δημιούργησε, οδήγησε μέρος από το
πιο κινηματικό κομμάτι του κλάδου, για λόγους συσπείρωσης αυτήν την κρίσιμη
ώρα, να υιοθετήσει την πρόταση των κειμένων της ΔΟΕ δε σημαίνει ότι γίνεται και
αποδεκτή και ότι μας βρίσκει σύμφωνους.
Οφείλει
το σύνολο του κλάδου να αντιληφθεί πως χωρίς διαρκή παρατεταμένο αγώνα με συγκρουσιακά χαρακτηριστικά και
όρους μαζικού κινήματος δεν πρόκειται να σταματήσουμε στην πράξη την αξιολόγηση
και να αποτρέψουμε τις καταστροφικές συνέπειες.
Θα πρέπει το σύνολο του κλάδου να αντιληφθεί πως τις συνέπειες θα
τις πληρώσει πρώτα ως γονέας με τη διάλυση του δημόσιου σχολείου και στη
συνέχεια ως εργαζόμενος αν αποδεχθεί το
ρόλο του γραναζιού στη μηχανή του καπιταλιστικού συστήματος. Εκτός αν κάποιος αυταπατάται
πως οι εκπαιδευτικοί ανήκουν σε μια άλλη τάξη, πέρα από την εργατική και λαϊκή
και δεν είναι αναλώσιμοι.
Ως
συνδικαλιστικό κίνημα οφείλουμε να αναδείξουμε πως η αξιολόγηση δεν είναι θέμα
που αφορά τους εκπαιδευτικούς, ούτε την αρνούνται γιατί τη φοβούνται. Είναι
θέμα που αφορά ολόκληρη την κοινωνία. Ο
αγώνας για να μην εφαρμοστεί η αξιολόγηση θα πρέπει να μετεξελιχθεί σε κίνημα
ενάντια στη διάλυση του Δημόσιου σχολείου. Οφείλουμε να διευρύνουμε τα όρια
παρέμβασης και να συναντηθούμε με ανάλογα κινήματα υπεράσπισης των κοινωνικών
αγαθών σε κάθε γειτονιά.
Βεβαίως
η προσπάθεια μέσα από την αξιολόγηση για
συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και μείωση
των δημοσίων υπαλλήλων δεν αφορά μόνο τους εκπαιδευτικούς. Επομένως είναι αναγκαίο ο αγώνας μας να συναντηθεί και να συμπορευθεί εκτός από τον αγώνα της
ΟΛΜΕ και με τον αγώνα όλων των Ομοσπονδιών του Δημοσίου. Οι δυνατότητες
διεκδίκησης και οι πιθανότητες νίκης αυξάνονται αν η αποτροπή της
αξιολόγησης-σφαγείο γίνει υπόθεση όλου του δημοσιοϋπαλληλικού συνδικαλιστικού
κινήματος. Άλλωστε η αξιολόγηση δεν θα είναι και το μοναδικό σημείο που θα
πρέπει στο επόμενο διάστημα να συναντηθούμε όλοι οι εργαζόμενοι. Είναι
ξεκάθαρο, και πρέπει να το λάβουμε υπ’ όψιν μας, πως το ερχόμενο Φθινόπωρο θα
κουβαλάει μαζί το νέο ασφαλιστικό νόμο, με σκληρές παρεμβάσεις σε βάρος των
ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και των συνταξιούχων, νέο μισθολόγιο με
ατομικό μισθό σύμφωνα με την ατομική απόδοση, νέες «μεταρρυθμίσεις» για την
μετάλλαξη και τη συμμόρφωση του σχολείου στις νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις αλλά
και νέο συνδικαλιστικό νόμο για να περιοριστεί και εξαλειφθεί η προάσπιση των
εργασιακών δικαιωμάτων και οι δυνατότητες αντίδρασης των εργαζομένων.
Για την ΕΡΑ παραμένει αιτία «πολέμου»
και σύγκρουσης ο νόμος για την «αξιολόγηση». Η 83η
ΓΣ του κλάδου θα πρέπει να αποφασίσει πως θα συγκρουστεί με την κυβέρνηση, με
κάθε μορφής αγώνα και κάθε τρόπο για να μην εφαρμοστεί. Να αποφασίσει ότι κανένα μέλος της ΔΟΕ δεν έχει το
δικαίωμα να αξιολογήσει και να αξιολογηθεί. Όλοι μαζί δεν θα
επιτρέψουμε κανέναν αξιολογητή στην τάξη.
Αποτελεί μονόδρομο για τις
αποφάσεις της 83ης ΓΣ η πολιτικοποίηση των αιτημάτων. Η λύση μπορεί
να έρθει μόνο μέσα από την αλλαγή των κεντρικών πολιτικών, την έξοδο της χώρας
από το μηχανισμό της τρόικας, την απεμπλοκή από το βραχνά του χρέους, την
κατάργηση των μνημονίων και την ανατροπή της συγκυβέρνησης των μνημονίων.
Εκπαιδευτικοί
Ριζοσπαστικής
Αριστεράς